Πριν μερικές ημέρες, έλαβα από έναν αναγνώστη του blog -τον Τάσο- ένα μήνυμα στο οποίο με ρωτουσε μερικές ερωγήσεις γύρω από το Baseball, καθώς το παιχνίδι τον έχει μαγνητίσει, ξεκίνησε να το παρακολουθεί στην Αγγλία όπου ζει χωρίς να έχει κάποιον να του εξηγήσει κάποια πράγματα και έτσι του δημιουργούνται κάποια γκρίζα σημεία.
Οφείλω να πω ότι οι απορίες του δεν ήταν απλές, αλλά πολύ εύλογες και αφορούσαν ουσιαστικά σημεία του παιχνιδιού που επιδέχονται εμβάθυνση.
Έτσι -κατόπιν της αδείας του- σας παραθέτω τις ερωτήσεις του και τις απαντήσεις μου, καθώς ενδέχεται να είναι απορίες και κάποιων από εσάς.
Με την ευκαιρία να σας υπενθυμίχω ότι θα χαρώ να δεχθώ και άλλες ερωτήσεις είτε από τον Τάσο, είτε από όποιον άλλο θέλει. Δεν κουράζομαι ποτέ να μιλάω για το Baseball. Εσείς ίσως κουραστείτε από τις απαντήσεις μου. Μάλιστα και αυτές που έστειλα στον Τάσο, εδώ τις έχω εμπλουτίσει λίγο.
1.
Για ποιό λόγο ο κάτσερ είναι αυτός ο οποίος δίνει τα νοήματα στον
πίτσερ για το που θα στείλει την μπάλα; δεν θα έπρεπε να συμβαίνει το
αντίθετο;
Ο βασικός
λόγος που ο catcher δίνει τα σήματα είναι διότι αν τα έδινε ο pitcher, όσο πολύπλοκα και μυστικά να ήταν τα σήματα,
τότε οι ροπαλιστές κάποια στιγμή θα τα αποκοδικοποιούσαν και θα ήξεραν τί pitch θα τους έρθει και αυτό δεν συμφέρει
τον pitcher. Οι καλοί ροπαλιστές συνήθως μαντεύουν τί θα τους έρθει και
αν
δεις καμιά φορά να μαρμαρώνουν είναι διότι έχουν μαντέψει λάθος. Μπορεί
δηλαδή ο ροπαλιστής να υποθέσει ότι θα έρθει curve ball και ξαφνικά του
έρχεται ένα fastball 92 μιλίων οπότε μένει κόκκαλο. Αν όμως μαντέψει
σωστά και περιμένει ένα οποιοδήποτε breaking ball (slider, change-up ή
curve) τότε θα καθυστερήσει το swing του ένα κλάσμα του δευτερολέπτου και θα
τσακίσει το μπαλάκι. Άρα είναι κακό για τους αμυνόμενους να ξέρει ο ροπαλιστής τί θα του
έρθει. Αυτός είναι ο πρώτος λόγος που στέλνει ο catcher τα σήματα.
Μάλιστα αν ο catcher καταλάβει ότι ο ροπαλιστής κρυφοκοιτάζει προς τα
σήματα προσποιούμενος ότι βλέπει το ρόπαλό του, ή φτιάχνει το γάντι
του, ή καθαρίζει το μάτι του από σκόνη, τότε αμέσως δίνει εντολή στον
pitcher να στείλει ένα fastball κατευθείαν στο αυτί του ροπαλιστή. Και
μπορεί ο ροπαλιστής να πάει στην πρώτη βάση, έχει όμως πάρει το μήνυμα.
Το
δεύτερο σημαντικό σε αυτή την ιστορία είναι να δεις ότι πολλές φορές ο
pitcher δεν συμφωνεί με τον catcher, οπότε κουνάει το κεφάλι του
δεξια-αριστερά και ο catcher αλλάζει pitch. Αυτό που είναι σημαντικό
είναι οι δύο να έχουν συμφωνήσει για το τί θα στείλει ο
ένας στον άλλο, διότι είναι άλλο ένας catcher να περιμένει ένα curve,
και ξαφνικά να του έρχεται fast και άλλον να ξέρει τί θα του έρθει.
Επίσης, οι catchers είναι εκείνοι που έχουν την ευθύνη της "μελέτης" των
αντιπάλων. Γνωρίζουν δηλαδή αν κάποιος δεν είναι καλός στις ψηλές
μπαλιές, οπότε λέει στον pitcher να στέλνει elevated fastballs. Ή μπορεί
να ξέρει ότι δεν μπορεί να χτυπήσει τα pitch που είναι κοντά στο κορμί
του, οπότε του ζητάει το pitch να είναι αριστερά ή δεξιά και εκείνος
παίρνει την ανάλογη θέση πίσω από τον ροπαλιστή. Μάλιστα μου έχει τύχει
να δω
catcher να χτυπάει το γάντι του πίσω από τον ροπαλιστή, ώστε να τον
κάνει να πιστέψει ότι το pitch θα είναι κοντά στο κορμί του, αλλά να
παίρνει θέσει στην αντίθετη πλευρά του plate.
Επιπροσθέτως ο catcher είναι ο πιο κοντινός παίκτης στον ροπαλιστή και μπορεί να τον ακούσει να γκρινιάζει, να βρίζει ότι δεν γουστάρει τα χαμηλά και έτσι να καταλάβει τί του συμβαίνει. Για παράδειγμα στην ταινία "Ο Καλύτερος" (την καλύτερη ταινία Baseball όλων των εποχών) όταν ο Ρεντφορντ αρχίζει να αιμοραγεί στην εγχείρηση που έχει κάνει, ο catcher το βλέπει και έτσι στέλνει τα ανάλογα σήματα στον pitcher για inside pitch.
Τέλος, ο catcher, πολλές
φορές λαμβάνει σήματα από τον προπονητή και τα μεταδίδει στον pitcher,
ενώ μερικές φορές τα μεταδίδει και στην υπόλοιπη ομάδα, καθώς είναι ο
μόνος παίκτης που τους κοιτάει κατάφατσα, ενώ όλοι οι άλλοι κοιτούν προς
αυτόν. Τέτοιες εντολές είναι για παράδειγμα η αλλαγή θέσης των
infielders, είτε προς τα δεξιά ή τα αριστερά (αναλόγως που χτυπάει
συνήθως ο ροπαλιστής που είναι στο plate) το λεγόμενο shift ή extreme shift, ή προς τα μέσα (κοντά δηλαδή
στο γρασίδι) αν ο προπονητής θεωρεί ότι ο ροπαλιστής θα κάνει bunt.
2. Σε κάποιες περιπτώσεις, μια ρίψη του πίτσερ μπορεί να μην μετρήσει ούτε ως ball ούτε ως strike. Το λεγόμενο φάουλ(;)
αν δεν κάνω λάθος; αυτό πως ορίζεται;
|
Το foul ground σημειώνεται με (ατσούμπαλες) κόκκινες γραμμές |
Foul είναι οποιαδήποτε μπαλιά φύγει από το ρόπαλο και αντί να σκάσει
μέσα στο γήπεδο που έχει το σχήμα βεντάλιας, σκάει έξω από τις κάθετες
γραμμές που ξεκινούν από το home plate. Δηλαδή αν σκάσει από τα δεξιά από
τη γραμμή της πρώτης βάσης, ή από τα αριστερά από τη γραμμή της τρίτης
βάσης. Στο σχήμα αριστερά με κόκκινη γραμμή σημειώνο το foul ground. Επίσης όποια μπαλιά χτυπηθεί από το ρόπαλο και πάει στις κερδίκες
που είναι πίσω ή δεξιά ή
αριστερά είναι φάουλ. Υπάρχουν όμως κα κάποιοι ακόμη κανόνες, καθώς στο
baseball τίποτα δεν είναι απλό. Αν μία μπάλα σκάσει μέσα στο γήπεδο την
πρώτη φορά και μετά σκάσει έξω από το γήπεδο ΠΡΙΝ τις βάσεις (την πρώτη
ή την τρίτη) τότε είναι φάουλ. Αν όμως ξαναεπιστρέψει μέσα ΠΡΙΝ τις
βάσεις τότε είναι fair.
Αν τώρα σκάσει μέσα στο γήπεδο πριν τις βάσεις,
περάσει τις βάσεις και βγει έξω από τις γραμμές μετά τις βάσεις τότε
είναι fair και το παιχνίδι συνεχίζεται.
Στο σχεδιάγραμμα. Η μπλε γραμμή προς τα δεξιά είναι φάουλ (η μπάλα σκάει μέσα και βγαίνει πριν τις βάσεις) Η μωβ γραμμή είναι fair (η μπάλα σκάει μέσα στο γήπεδο μετά τις βάσεις και βγαίνει έξω) ενώ η μπλε γραμμή προς τα αριστερά είναι fair (η μπάλα σκάει μέσα στο γήπεδο, σκάει μετά έξω και επιστρέφει μέσα πριν τις βάσεις).
Μάλιστα προχθές έγινε ένα παράξενο triple play. Οι βάσεις δύο και τρία ήταν γεμάτες. Η μπάλα χτύπησε στο ρόπαλο, έσκασε έξω από το γήπεδο, αλλά επέστραψε μέσα, άρα ήταν fair. Οι δρομείς νομίζαν ότι ήταν φάουλ (κυρίως διότι ο μαλάκας ο διαιτητής σήκωσε τα χέρια του) και έστι δεν έτρεξαν προς την επόμενη βάση. Έτσι, ο catcher πήρε την μπάλα και την έστειλε στην τρία (ένα άουτ) μετά την πήγαν στη δύο (δεύτερο άουτ) και τελικά στην ένα όπου βγήκε άουτ και ο ροπαλιστής. Triple play.
Αφού λοιπόν σε μπέρδεψα με αυτά (που ήταν εισαγωγικά) να έρθω τώρα στην
ερώτησή σου.
Αν ένας ροπάλιστής δεν έχει κανένα strike και
χτυπήσει την μπάλα foul, τότε χρεώνεται strike. Αν έχει ένα strike και
χτυπήσει την μπάλα φάουλ και πάλι χρεώνεται strike. Αν όμως έχει δύο
strike τότε τα χτυπήματα foul είναι μη γενόμενα και το pitch
επαναλαμβάνεται όσες φορές χρειαστεί. Νομίζω ότι το ρεκόρ χτυπημάτων
foul με δύο strike είναι 38 φορές. Επι 38 pitch δηλαδή ο ροπαλιστής
έβγαζε την μπάλα foul και το pitch ξαναγινόταν χωρίς να αλλάξει η
μέτρηση, καθώς δεν υπολογίζεται (όπως πολύ σωστά λές) ούτε ως ball ούτε
ως strike.
3. Πόσο συχνά χρησιμοποιούν οι
ομάδες closing πίτσερ; διότι έχω δει και αγώνες όπου ο αρχικός πίτσερ
κλείνει μόνος του τον αγώνα. είναι θέμα κούρασης κυρίως, ή τακτικής;
Με τους pitcher
στο παιχνίδι τα πράγματα μπορούν να πάρουν διάφορες τροπές. Η
συνηθέστερη είναι να ξεκινήσει ο starter με στόχο να πάει όσο βαθύτερα
μπορει στο παιχνίδι. Αυτό θα εξαρτηθεί από το πόσο καλά ή κακά παίζει. Δηλαδή,
όσο περισσότερο τον χτυπάνε, τόσο περισσότερο πετάει pitch και άρα τόσο
περισσότερο κουράζεται. Άρα θα βγει νωρίς. Αν αντιθέτως δεν τον χτυπάνε μπορεί να βγάλει
μόνος του το παιχνίδι (όπως έκανε χθες ο Verlander των Tigers) Συνήθως ένα όριο που επιλέγεται είναι τα 100
pitch και μόνο αν ένας pitcher πηγαίνει πολύ καλά τα ξεπερνάει. Αν όμως ο προπονητής δει ότι ο pitcher του δεν τα πάει καλά
μπορεί να τον αλλάξει νωρίς και να βάλει relief pitchers. Οι relievers
μπορεί να αναλάβουν να συνεχίσουν το παιχνίδι για δύο ή και τρια
innings, δεν αποκλείεται όμως ο προπονητής να φέρει έναν συγκεκριμένο
(πχ αριστερόχειρο) για να αντιμετωπίσει μόνο έναν συγκεκριμένο ροπαλιστή που
ξέρει ότι δεν χτυπάει κατά τους αριστερόχειρους.
Όταν
τώρα το παιχνίδι φτάσει στο τελευταίο inning, και η ομάδα προσπαθεί να
τελειώσει τον αγώνα αμυνόμενη τότε έρχεται ο Closer. O closer είναι ένας
ειδικός pitcher, καθώς με τα χρόνια έχει δείξει ότι έχει την ηρεμία να
τελειώσει το παιχνίδι. Διότι μπορεί να έχεις τον καλύτερο starter,
όμως μόλις φτάνει στο τελευταίο inning να τα σκατώνει. Υπάρχει λοιπόν
αυτή η ειδική πάστα ανθρώπων που δεν τα "παίζουν" στο τελευταίο inning και
με απόλυτη ηρεμία συνεχίζουν να στέλνουν strikes, ασχέτως αν όλο το
γήπεδο είναι στο πόδι, αν φωνάζει και χειροκροτάει και αν παίζεται το
παγκόσμιο πρωτάθλημα.
Πάντως οι προπονητές δεν βάζουν
πάντα τον closer τους, καθώς θέλουν να κάνουν "οικονομία" στο χέρι του. Ο
closer βγαίνει μόνο όταν υπάρχει save situation που θα πεί ότι η
διαφορά των πόντων είναι τέσσερις (αν δεν απατώμαι) και κάτω. Αν δηλαδή
μία
ομάδα κερδίζει στο 9ο inning με 10-2 ο προπονητής δεν θα φωνάξει τον
closer. Θα φέρει οποιονδήποτε reliever. Αν όμως κερδίζει με 6-2 ή 5-2 ή οτιδήποτε λιγότερο, τότε θα φέρει τον closer.
4.
Η απόδοση ενός παίκτη σε έναν αγώνα εξαρτάται κυρίως απο την απόδοση
του στο ρόπαλο; π.χ. ο Άλεξ Ροντρίγκεζ είναι ένας καταπληκτικός
ροπαλιστής. Τι γίνεται όμως όταν π.χ. σε έναν αγώνα δεν χτυπάει τίποτα
απολύτως, αλλά είναι καταπληκτικός στο να πιάνει μπάλες ως αμυνόμενος; η
απόδοση που έχει στο γήπεδο μετράει στην απόδοση
που έχει, ή ένας καλός αμυντικός εάν δεν έχει καθόλου καλό ρόπαλο τότε
απλά δεν θεωρείται καλός παίκτης;
Το
ερώτημά σου είναι εύλογο καθώς ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα του
Baseball είναι η στατιστική απεικόνηση της αμυντικής απόδοσης των
παικτών. Συνήθως υπολογίζεται με τα errors, σε γενικές γραμμές όμως η
άμυνα είναι υποαναλυμένη (αν υπάρχει τέτοιος όρος). Το ακριβώς αντίθετο
συμβαίνει με το ρόπαλο, το οποίο είναι τόσο πολύ μετρημένο που υπάρχουν
καμιά δεκαριά συμβατικοί τρόποι να υπολογίσει κανείς τις επιδόσεις ενός ροπαλιστή, όπως το
Average, το On Base Percentage, το OPS (που μετράει μαζί και τα
περπατήματα) το Plate Appearance, τα χτυπήματα 2 ή 3 βάσεων, τα Homerun,
τα περπατήματα και φυσικά τα strike out, αλλά και άλλες στατιστικές όπως είναι τα sabermetrics.
Άρα είναι πολύ
πιθανό να έχεις έναν καταπληκτικό ροπαλιστή που όμως να μην είναι καλός
αμυντικός. Αυτός συνήθως θα πάει στο outfield (ιδίως αν είναι πολύ γρήγορος) και θα προπονηθεί στις υποδοχές ψηλών μπαλιών. Από την άλλη είναι πολύ
πιθανό να έχεις έναν καλό ροπαλιστή που μία ημέρα να μην χτυπήσει
τίποτα, καθώς ο pitcher τον ξεπέρασε, όμως η αμυντική του απόδοση να
συνεχίζει να είναι καλή, ή από την άλλη να έχεις τον παίκτη σε καλή
ημέρα στο ρόπαλο αλλά στην
άμυνα να κάνει λάθη. Όλα μπορούν να συμβούν. Ο Rodriguez για παράδειγμα
(μιας και τον ανέφερες) είναι πολύ καλός στην τρίτη βάση, αλλά πέρυσι
δεν πήγε καλά στο ρόπαλο και φέτος δεν ξεκίνησε καλά πετυχαίνοντας το
πρώτο του Homerun μόλις στο 7 παιχνίδι της σεζόν.
5. Μπορείτε να εξηγήσετε την
περίπτωση όπου ένας αμυντικός, κυνηγάει με το μπαλάκι έναν επιτιθέμενο
ώστε να του ακουμπήσει πάνω του την μπάλα;
Η κατάσταση που περιγράφει ονομάζεται run down. Θα ξεκινήσω λέγοντάς σου το εξής. Στο Baseball όταν ένας δρομέας
βρίσκεται στις βάσεις, αυτό που δεν πρέπει ποτέ να του συμβεί είναι να
συλληφθεί εκτός βάσεων. Θα πρέπει δηλαδή σε κάθε περίπτωση ή να
ακουμπάει σε μία βάση, ή να απέχει τόσο ώστε να μπορεί να επιστρέψει σε αυτήν σε
περίπτωση που οι αμυντικοί στείλουν την μπάλα προς τη μεριά του. Αυτό
για παράδειγμα συμβαίνει όταν ένας παίκτης βρίσκεται στην πρώτη βάση και
παίρνει lead προκειμένου να κλεψει τη δεύτερη βάση (αυτό θα στο εξηγήσω
παρακάτω) Παίρνει λοιπόν 3 με 4 βήματα και σε περίπτωση που ο pitcher
στείλει την μπάλα προς την πρώτη βάση, επιστρέφει έτσι ώστε να πατήσει
(ή να πιάσει με το χέρι του) τη βάση πριν τον ακουμπήσει ο αμυντικός της
πρώτης βάσης που έχει πλεόν την μπάλα
στα χέρια του.Αυτό λέγεται προσπάθεια για pick off και φυσικά αν βγει το out, λέγεται pick off.
Ας υποθέσουμε τώρα ότι έχουμε ένα δρομέα
στην δεύτερη βάση και η πρώτη βάση είναι ελεύθερη. Η μπάλα χτυπιέται από
τον ροπαλιστή και πηγαίνει προς τον παίκτη της τρίτης βάσης. Ο δρομέας
μας που κατευθύνεται προς την τρίτη βάση, ενώ βρίσκεται στη μέση της
διαδρομής, συνειδητοποιεί ότι αν συνεχίσει την πορεία του θα πάει
κατευθείαν πάνω στον αμυντικό που έχει τη μπάλα και άρα εκείνος θα τον
ακουμπήσει και θα βγει out. Αποφασίζει λοιπόν να επιστρέψει στη δεύτερη
βάση. Ο αμυντικός τον κυνηγάει και δίνει πάσα
στον συμπαίκτη του που είναι στην δεύτερη βάση. Άρα τώρα ο δρομέας μας
δεν μπορεί να πάει στην δεύτερη βάση και αλλάζει κατεύθυνση προς την
τρίτη. Αυτό επαναλαμβάνεται μέχρι ή ο δρομέας να ακουμπήσει ασφαλώς σε
μία βάση (διότι για παράδειγμα έγινε μία κακή πάσα και η μπάλα έφυγε από
τα χέρια των αμυνόμενων) ή να τον ακουμπήσουν και να βγει out.
Σε
αυτή τη φάση θα πρέπει να ξέρεις ότι ο δρομεάς είναι υποχρεωμένος να
τρέχει πάνω στη γραμμή που συνδέει τις βάσεις. Δεν μπορεί δηλαδή να
πατήσει στο γρασίδι όταν βρίσκεται
ανάμεσα στο σπίτι και την τρίτη βάση και δεν μπορεί να φύγει
περισσότερο από ένα μέτρο από την νοητή γραμμή ανάμεσα στην πρώτη και
δεύτερη βάση ή την δεύτερη και την τρίτη. Μπορεί μόνο να πηγαίνει μπρος -
πίσω για να αποφύγει τους αμυνόμενους.
6. Πως ακριβώς "κλέβεται" μια βάση;
Ο
στόχος του "κλεψίματος" μίας βάσης είναι να προωθηθεί ο δρομέας πιο
κοντά στον στόχο που είναι φυσικά η ολοκλήρωση του γύρου (του run
δηλαδή). Το κλέψιμο μίας βάσης είναι πολύ σημαντικό, καθώς υπάρχει
τεράστια διαφορά ανάμεσα στο να έχεις έναν παίκτη στην πρώτη βάση και να
τον έχεις στη δεύτερη βάση. Αν ένας παίκτης μείνει στην πρώτη βάση τότε
οι αμυντικοί είναι πολύ πιθανό να βγάλουν double play, ενω αν πάει στη
δεύτερη βάση με κλέψιμο, τότε αυτή η πιθανότητα σχεδόν εξαλείφεται.
Επιπλέον, η δεύτερη και φυσικά η τρίτη βάση ονομάζονται scoring
possitions, διότι με ένα απλό χτύπημα στο outfield (όχι ιδιαιτέρως βαθύ)
οι δρομείς που βρίσκονται εκεί μπορούν να σκοράρουν αρκετά εύκολα
(ιδιαίτερα εκείνος που είναι στην τρία) Άρα κάποιες φορές οι προπονητές
δίνουν εντολή ένας παίκτης να κλέψει τη βάση. Το πιο σύνηθες
κλέψιμο γίνεται στην δεύτερη βάση (καθώς απέχει πολύ από τον catcher), είναι όμως πιθανό να γίνει και στην
τρίτη βάση και σπανιότερα να γίνει και κλέψιμο στο σπίτι, το οποίο είναι
και πολύ εντυπωσιακό.
Ας υποθέσουμε λοιπόν ότι έχουμε
έναν παίκτη στην πρώτη βάση. Στόχος του είναι να εκμεταλευτεί τον χρόνο
που κάνει η μπάλα να φτάσει από τον pitcher στον catcher και από τον
catcher στον παίκτη που φυλάει τη δεύτερη βάση. Αν το μετρήσουμε, μέχρι
να κάνει windup ο pitcher, να στείλει την μπάλα στον catcher, εκείνος να
σηκωθεί, να βάλει δύναμη και να στείλει την μπάλα στον
δευτεροβασέο και εκείνος να κάνει το tag (δηλαδή να ακουμπήσει τον
δρομέα που συνήθως βουτάει) μεσολαβούν περί τα 3,5 δευτερόλεπτά. Σε αυτό
το χρόνο ο δρομέας (που έχει πάρει όσο δυνατόν μεγαλύτερο ασφαλές lead
από την πρώτη βάση) τρέχει για να καλύψει τα 28 μέτρα που απέχει η μία βάση από την άλλη και βουτάει στη δεύτερη βάση. Έτσι, αν είναι
γρήγορος βρίσκεται σε scoring position, διαφορετικά αν είναι γρήγοροι οι
αμυνόμενοι και τον αγγίξουν βγαίνει out.
Βασική
λεπτομέρεια. Ο pitcher απαξ και ξεκινήσει την κίνηση για να στείλει την
μπάλα στο σπίτι δεν μπορεί να σταματήσει και να ελέγξει τον δρομέα,
είναι υποχρεωμένος να στείλει την μπάλα στον catcher. Αν σταματήσει
αυτό είναι balk (αντικανονικό) και ο δρομέας πάει στην δεύτερη βάση έτσι
κι αλλιώς. Επίσης ο pitcher δεν μπορεί να κάνει προσποίηση στην πρώτη
βάση. Αν γυρίσει προς την πρώτη βάση οφείλει να στείλει την μπάλα στην
πρώτη βάση. Αντίθετα ο pitcher μπορεί να κάνει προσποίηση στην δεύτερη
βάση ή στην τρίτη βάση, καθώς επίσης και διπλή προσποίηση πρώτα στην
τρίτη και μετά στην πρώτη βάση αν έχει παίκτες σε αυτές τις δύο βάσεις.
Για
να καταλάβεις πόσο σημαντική μπόρεί να
είναι η κλοπή μίας βάσης σου στέλνω το link του τρόπου με τον οποίο οι
Boston κέρδισαν το 2004 το τέταρτο παιχνίδι των ημιτελικών του
πρωταθληματος. Έχαναν με 3-0 στα παιχνίδια και αν έχαναν και το τέταρτο
θα πήγαιναν σπίτι τους. Όμως με την κλοπή της δεύτερης βάσης κατάφεραν
να ισοφαρίσουν το παιχνίδι στο 9ο inning, στη συνέχεια το κέρδισαν, μετά κέρδισαν και
τα άλλα τρία παιχνίδια (κάτι που δεν έχει καταφέρει ποτέ ομάδα, να χάνει
3-0 και τελικά να κερδίζει 3-4) και μετά πήραν και το πρωτάθλημα ύστερα
από 86 χρόνια, σπάζοντας έτσι την κατάρα του Babe
Ruth.
http://mlb.mlb.com/video/play.jsp?content_id=3218904
Enjoy.