Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 2011

Ανοιχτή πρόσκληση για το Moneyball

 Όπως σας είχα γράψει πριν από δύο εβδομάδες, αύριο κάνει πρεμιέρα στην Ελλάδα η ταινία Moneyball, αφιερωμένη στην προσπάθεια του Billy Bean να φτιάξει μία ομάδα αξιώσεων με τους περιορισμένους πόρους που του προσέφεραν οι ιδιοκτήτες των Oakland Athletics.
Επειδή όμως δεν υπάρχει ακόμα το πρόγραμμα των αιθουσών -το αναρτούν αύριο τα sites- δεν μπορώ να σας φιξάρω από σήμερα εκείνο το ραντεβού που λέγαμε για να πάμε να δούμε την ταινία.
Έτσι, όσοι ενδιαφέρεστε, κρατήστε απλά ελεύθερο το βράδυ σας αύριο και επισκευθείτε νωρίτερα μέσα στην ημέρα το blog για να δείτε που θα είμαστε, ώστε να απολαύσουμε όλοι μαζι την ταινία.
Να σας πω ότι σύμφωνα με διάφορες πληροφορίες από κινηματογραφικά sites η ταινία αναμένεται να προταθεί για τρία ως επτά Όσκαρ. Οπότε δεν θα δούμε απλά μία ταινία για Baseball, αλλά θα δούμε μία καλή ταινία.
Όσοι πιστοί φορέστε τα καπέλα σας και προσέλθετε!

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ (ή μάλλον αρκετά) ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΑΙΝΙΑ

Ο Μπραντ Πιτ σε φουλ φόρμα πρωταγωνιστεί σε μια ταινία που εντυπωσιάζει και αιφνιδιάζει ευχάριστα το θεατή 
Los Angeles Times 

Μία από τις καλύτερες και πιο συναρπαστικές ταινίες της χρονιάς 
Rolling Stone 

Πανέξυπνη, καθηλωτική και ιδιαίτερα συγκινητική ταινία, όχι τόσο για τον κόσμο των σπορ, όσο για την αέναη κόντρα ανάμεσα στη διαίσθηση και τη στατιστική 
Chicago Sun-Times

Η ταινία που έσπασε ταμεία στο αμερικανικό box-office δίνει την ευκαιρία στον Μπραντ Πιτ για ένα ρεσιτάλ ερμηνείας σε ένα δυνατό ρόλο οσκαρικού προφίλ. Δυνατές συγκινήσεις και συνεχείς ανατροπές σε ένα σενάριο που συνυπογράφουν οι Στίβεν Ζέιλιαν (Όσκαρ Διασκευασμένου Σεναρίου για τη «Λίστα του Σίντλερ») και Άαρον Σόρκιν (Όσκαρ Διασκευασμένου Σεναρίου για το «The Social Network») και βασίζεται στο εμπνευσμένο από πραγματικά γεγονότα best seller «Moneyball: The Art of Winning an Unfair Game» του Μάικλ Λιούις. Τη σκηνοθεσία υπογράφει ο καταξιωμένος Μπένετ Μίλερ (οσκαρική υποψηφιότητα για το σκηνοθετικό του ντεμπούτο με το «Capote»). Ευχάριστη έκπληξη ο γνωστός κωμικός Τζόνα Χιλ («Σηκωτός για τη Συναυλία», «Superbad») που κλέβει την παράσταση με την ερμηνεία του στο ρόλο του φιλόδοξου στατιστικολόγου Πίτερ Μπραντ.



Moneyball – Η αληθινή ιστορία ενός ανθρώπου που ανέτρεψε μια για πάντα τους κανόνες του παιχνιδιού 
Το 2002, λίγο πριν από την έναρξη της σεζόν στο Επαγγελματικό Πρωτάθλημα Baseball (Major League Baseball), ο «μικρομεσαίος» σύλλογος Oakland Athletics αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα έχοντας χάσει όλα του τα αστέρια, καθώς αποφάσισαν να αναζητήσουν την τύχη τους σε πολύ πιο προσοδοφόρους συλλόγους. Ο Μπίλι Μπιν, μεγάλο ταλέντο του επαγγελματικού baseball στα νιάτα του, που όμως δεν κατάφερε ποτέ να δικαιώσει τις προσδοκίες των «ειδικών», και μάνατζερ του συλλόγου, αναλαμβάνει να δημιουργήσει ένα αξιόμαχο σύνολο διαθέτοντας όμως το 1/3 του συνήθους μπάτζετ. Γεννημένος νικητής και αντιλαμβανόμενος πως υπό τις παρούσες συνθήκες θα ήταν πολύ δύσκολο να κοντράρει στα ίσια τις υπόλοιπες ομάδες, ο Μπιν αποφασίζει να ρισκάρει. Και, στην προσπάθειά του να ανατρέψει τα δεδομένα και να γράψει από την αρχή τους κανόνες του αγαπημένου του παιχνιδιού, δοκιμάζει να εκμεταλλευτεί ένα αναπάντεχο «μυστικό όπλο»: την επιστήμη της στατιστικής! 
«Το “Moneyball” είναι μια κλασική ιστορία για ένα αουτσάιντερ», εξηγεί ο Μπραντ Πιτ, ο οποίος ενσαρκώνει στην ταινία τον Μπίλι Μπιν, ενώ εκτελεί και χρέη παραγωγού της. «O Μπίλι και οι συνεργάτες του αποφάσισαν, ως άλλοι... Δον Κιχώτες, να τα βάλουν με το σύστημα, αντιδρώντας στην αδικία που επί δεκαετίες ολόκληρες μάστιζε το άθλημα. Από τη στιγμή που όλοι οι πρωτοκλασάτοι παίχτες κατέληγαν κατά κανόνα στα πιο εύρωστα οικονομικά σωματεία, το μόνο που τους απέμενε ήταν να στρέψουν το ενδιαφέρον τους σε παίχτες οι οποίοι θεωρούνταν “τελειωμένοι” λόγω προχωρημένης ηλικίας, σοβαρών τραυματισμών ή ακόμη και εξαιτίας του ιδιότροπου χαρακτήρα τους».

«Με τον Μπραντ καταλήξαμε στο συμπέρασμα πως έπρεπε να προσεγγίσουμε την ταινία υπό μια, κατά κάποιο τρόπο, φιλοσοφική οπτική γωνία», αναφέρει ο σκηνοθέτης Μπένετ Μίλερ. «Άλλωστε ο Μπιν, από τη στιγμή που επέλεξε να πάει κόντρα στις παραδοσιακές, ευρέως αποδεκτές τακτικές, γνώριζε πολύ καλά πως αργά ή γρήγορα θα ερχόταν αντιμέτωπος με τις συνέπειες, οι οποίες θα τον επηρέαζαν και σε προσωπικό επίπεδο. Με άλλα λόγια, τον Μπιν δεν τον ενδιέφερε απλά και μόνο να βρει τον τρόπο να κερδίζει στο γήπεδο – αναζητούσε παράλληλα λύσεις να κλείσει κάποιους παλιούς λογαριασμούς με τον ίδιο του τον εαυτό».

«Ο παθιασμένος αγώνας του Μπιν ενάντια στο κατεστημένο έχει πολλά κοινά με τις κοινωνικοπολιτικές αναταραχές που βιώνουμε σήμερα σε παγκόσμιο επίπεδο», υποστηρίζει ο Πιτ. «Μέσω της ταινίας επαναπροσδιορίζονται οι έννοιες της αξίας και της επιτυχίας. Ποια είναι τα κριτήρια της αξίας του καθενός μας σε σχέση με τους υπολοίπους και τι ακριβώς θεωρείται επιτυχία; Τι είναι τελικά σημαντικότερο; Μια “στιγμιαία” νίκη, η οποία θα στολίσει με παχιά γράμματα τα εξώφυλλα των εφημερίδων ή ένας “αθόρυβος” θρίαμβος, που όμως η πραγματική του αξία θα διαφανεί στο πέρασμα των χρόνων;»




Ο Μπραντ Πιτ (Μπίλι Μπιν) και ο Τζόνα Χιλ (Πίτερ Μπραντ) μιλούν για τους ρόλους τους 
Όταν το best seller του Μάικλ Λιούις έπεσε για πρώτη φορά στα χέρια του, ο Μπραντ Πιτ ένιωσε μια ακαταμάχητη έλξη για τον μάνατζερ των Oakland Athletics, εντυπωσιασμένος από το πνεύμα και τη δυναμική του προσωπικότητα, την αστείρευτη εφευρετικότητά του και τη «θρησκευτική» του προσήλωση στο στόχο του, αλλά και από την έμφυτη τάση του να ισορροπεί διαρκώς ανάμεσα στην επιτυχία και την αποτυχία. Η ολοκλήρωση του βιβλίου τον βρήκε αποφασισμένο να κάνει ό,τι περνά από το χέρι του, ώστε να εξασφαλιστεί η μεταφορά του στη μεγάλη οθόνη, με τον ίδιο στο διπλό πόστο του παραγωγού και του βασικού πρωταγωνιστή. 

«Ο Μπίλι άφησε πίσω του μια στρωμένη καριέρα ως επαγγελματίας παίκτης του baseball, για να ασχοληθεί με το management. Στη σημερινή εποχή κάτι τέτοιο θα φάνταζε τουλάχιστον παράλογο», αναφέρει ο Μπραντ Πιτ. «Ωστόσο, στην πραγματικότητα αυτό τον απελευθέρωσε, καθώς μέχρι εκείνη τη στιγμή προσπαθούσε μάταια να φανεί αντάξιος των προσδοκιών όλων εκείνων που, από την εποχή της εφηβείας του ακόμη, έβαζαν στοίχημα πως θα αφήσει εποχή ως παίκτης. 

»»Στόχος του πλέον ήταν να πετύχει με τους δικούς του όρους και βασισμένος σχεδόν αποκλειστικά στις δικές του ικανότητες. Αυτό όμως μπορούσε να το καταφέρει μονάχα αν άλλαζε τους κανόνες του παιχνιδιού, διαφορετικά οι Oakland Athletics του δε θα είχαν καμία τύχη απέναντι στις υπόλοιπες ομάδες της διοργάνωσης. 
»»Με τη βοήθεια της στατιστικής και οπλισμένος με περίσσιο θάρρος, αλλά και θράσος, ο Μπιν στελέχωσε την ομάδα του με παίκτες οι οποίοι θεωρούνταν «καμένα χαρτιά», καταφέρνοντας να φτιάξει ένα ανομοιογενές σύνολο που όμως λειτούργησε στην εντέλεια, παρουσιάζοντας αξιοθαύμαστες επιδόσεις. Σε σημείο τέτοιο, μάλιστα, ώστε να καταρρίψει και το ρεκόρ συνεχόμενων νικών! 

«Όπως παρουσιάζονται στη ταινία, η αμφίδρομη σχέση του Μπίλι με τον Πίτερ Μπραντ, τον άνθρωπο που τον μύησε στα μυστικά της στατιστικής, από τη μία, και η σχέση διαρκούς αντιπαράθεσης με τον Αρτ Χάου, τον “απαρχαιωμένων” αντιλήψεων επικεφαλής του προπονητικού team, από την άλλη, υπήρξαν καταλυτικές στη διαμόρφωση μιας νέας του στάσης απέναντι στη ζωή, η οποία του έδωσε την ευκαιρία να αφήσει πίσω του μια ανεκτίμητη κληρονομιά για τις επόμενες γενιές», καταλήγει ο Πιτ. 

Για τις ανάγκες του «φρεσκαρίσματος» των Oakland Athletics, ο Μπίλι Μπιν απευθύνθηκε σε μια ομάδα οικονομικών αναλυτών οι οποίοι τον βοήθησαν να θέσει την επιστήμη της στατιστικής στην υπηρεσία του baseball. Για τις ανάγκες τις ταινίας, το σεναριακό δίδυμο των Ζαΐλιαν και Σόρκιν δημιούργησε ένα νέο χαρακτήρα, ο οποίος λειτουργεί ως άτυπος «εκπρόσωπος» της προαναφερθείσας ομάδας: τον ταλαντούχο στατιστικολόγο Πίτερ Μπραντ. Χάρη στη συνεργασία του με τον Μπραντ, ο Μπιν αρχίζει να συνειδητοποιεί πως η αξία ενός παίκτη δεν είναι κάτι που φαίνεται με το μάτι ή κάτι το οποίο μπορείς να διαισθανθείς. Η πραγματική του αξία κρύβεται κάπου ανάμεσα στους αριθμούς. Τον Μπραντ κλήθηκε να ενσαρκώσει ο Τζόνα Χιλ, κινούμενος αρκετά μακριά από το σύνηθες κωμικό του ρεπερτόριο.

«Υπό κανονικές συνθήκες, ο Πίτερ θα έπρεπε να είναι ένα από τα περίφημα golden boys που έγιναν εκατομμυριούχοι την εποχή που η Wall Street ήταν κάτι σαν Επίγειος Παράδεισος», εξηγεί ο Τζόνα Χιλ. «Η αγάπη του για το baseball, ωστόσο, τον έθεσε στην υπηρεσία του αθλήματος. Και όντας πανέξυπνος, σύντομα κατέληξε στη διαπίστωση πως η πραγματική αξία του κάθε παίκτη μπορεί να υπολογιστεί με τη βοήθεια της στατιστικής.
»»Αυτό που για τον Πίτερ φάνταζε αυτονόητο, αντιμετωπίστηκε σε πρώτη φάση ως μια απόλυτα αιρετική άποψη από την αθλητική κοινότητα του baseball. Μια μάλλον φυσιολογική αντίδραση από μέρους τους, ιδίως από τη στιγμή που ήταν σα να τους έλεγες πως οι δικές τους μέθοδοι στην ουσία ζημίωναν το άθλημα όλα αυτά τα χρόνια.
»»Παρά το γεγονός πως ο Μπίλι και ο Πίτερ δε θα μπορούσαν να έχουν πιο αποκλίνουσες προσωπικότητες, υπήρχε κάτι το οποίο τους ένωνε: και οι δυο τους ένιωθαν σα να είναι μόνοι τους απέναντι στον υπόλοιπο κόσμο. Αυτό ωστόσο διόλου δεν τους αποθάρρυνε. Αντιθέτως τους έδωσε τη δύναμη να πολεμήσουν για τα πιστεύω τους.
«Ο Μπίλι και ο Πίτερ συμπληρώνουν ο ένας τον άλλο, αλλά υπάρχει και μια καλώς εννοούμενη ζήλια ανάμεσά τους. Το γεγονός ότι ο Πίτερ είναι μορφωμένος και έχει όλη του τη ζωή μπροστά του, είναι κάτι το οποίο ο Μπίλι δυσκολεύεται να το “χωνέψει”. Από την άλλη, ο Πίτερ γνωρίζει πολύ καλά πως δε διαθέτει τα απαραίτητα προσόντα για να κάνει καριέρα εντός των γηπέδων και αυτό είναι κάτι που τον θλίβει βαθύτατα», καταλήγει ο Χιλ. 


Trivia /Fun facts
-Ως μάνατζερ των Oakland Athletics, ο Μπίλι Μπιν έχει τον απαράβατο κανόνα να μην παρακολουθεί ποτέ ζωντανά στο γήπεδο τα παιχνίδια της ομάδας.

-Ο θεωρητικός του baseball Μπιλ Τζέιμς, εμπνευστής του υπολογισμού της πραγματικής αξίας ενός παίκτη μέσω πολύπλοκων στατιστικών αναλύσεων, υποστηρίζει πως το baseball είναι ένα άθλημα που πρέπει να αντιμετωπίζεται με τη σοβαρότητα και τη πειθαρχία που επιδεικνύουν οι επιστήμονες που καταπιάνονται με τη… μελέτη των μυστικών του Σύμπαντος! 

-Περίπου 750 επαγγελματίες παίκτες του baseball πέρασαν από casting για τους ρόλους των παικτών που έπαιζαν στους Oakland Athletics το 2002, χρονιά όπου διαδραματίζεται η υπόθεση της ταινίας. 

-Για τις ανάγκες του «Moneyball», ο διευθυντής φωτογραφίας Γουόλι Φίστερ (Όσκαρ Φωτογραφίας για το «Inception») άντλησε έμπνευση από τη δουλειά του εκλεκτού συναδέλφου του Γκόρντον Γουίλις σε ταινίες που διαδραματίζονται στα 70s, όπως ο «Νονός», η «Υπόθεση Πάραλαξ» και το «Όλοι οι Άνθρωποι του Προέδρου».

-Η ταινία γυρίστηκε σε 5 διαφορετικά γήπεδα του baseball, αλλά η κομβική σκηνή της 20ης σερί νίκης των Oakland Athletics γυρίστηκε εκεί ακριβώς όπου έλαβε χώρα: στο χωρητικότητας 60.000 θεατών στάδιο Oakland-Alameda County Coliseum, φυσική έδρα του συλλόγου.

 



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου